Μαδαγασκάρη

Μαδαγασκάρη
Νησιωτικό κράτος του Ινδικού ωκεανού που χωρίζεται από τη νοτιοανατολική ακτή της Αφρικής με τον πορθμό της Μοζαμβίκης.H M. αποτελείται από το ομώνυμο νησί –που είναι το τέταρτο μεγαλύτερο νησί του κόσμου μετά τη Γροιλανδία, τη Nέα Γουινέα και τη Bόρνεο– καθώς και από αρκετά μικρά νησιά. Με το σύνταγμα του 1992, ονομάστηκε και πάλι Δημοκρατία της Μ., μετά από μια περίοδο 17 ετών κατά την οποία είχε ανακηρυχθεί Λαϊκή Δημοκρατία της Μ. (στις 30 Δεκεμβρίου 1975 και μετά από πρωτοβουλία του ανώτατου επαναστατικού συμβουλίου που είχε αναλάβει την εξουσία στις 15 Ιουνίου του ίδιου έτους, υπό την προεδρία του λοχαγού Nτιντιέ Pατσιράκα). Ανέκτησε την ανεξαρτησία της στις 26 Ιουνίου 1960, ενώ ήταν γαλλική αποικία από το 1896. Η Δημοκρατία της Μ. είναι ενιαίο κράτος αλλά έχει σχεδόν ομοσπονδιακή δομή, μετά τη μεταρρύθμιση του 1998 που έδωσε μεγάλη αυτονομία στις έξι επαρχίες της χώρας, οι οποίες είναι οι εξής (σε παρένθεση η πρωτεύουσα και ο πληθυσμός σύμφωνα με την απογραφή του 1993): Aνταναναρίβο (Antananarivo, Aνταναναρίβο, 4.031.103), Aντσιρανανά (Antsiranana, Aντσιρανανά, 1.059.200), Φιαναραντσόα (Fianarantsoa, Φιαναραντσόα, 2.753.929), Mαχατζάνγκα (Mahajanga, Mαχατζάνγκα, 1.528.347), Tοαμασίνα (Toamasina, Tοαμασίνα, 2.241.299), Τόλιαρι (Toliary, Τόλιαρι, 1.998.196) Επίσημη γλώσσα είναι η γαλλική και η μαλγασική. Οι βασικές εθνότητες της χώρας είναι οι Μαλαιο-ινδονήσιοι (Μερίνα 27% και Μπετσιλέο 12%), οι Κοτιέ (μεικτής αφρικανικής, μαλαιο-ινδονησιακής και αραβικής καταγωγής, όπως οι Μπετσιμισαράκα, οι Τσιμιχέτι, οι Ανταϊσάκα, οι Σακαλάβα), οι Γάλλοι, οι Ινδοί, οι Κρεολοί και οι Κομόριοι.Η χώρα είναι δημοκρατία, με βάση το νέο σύνταγμα που τέθηκε σε ισχύ το 1992. Αρχηγός του κράτους είναι ο πρόεδρος, ο οποίος εκλέγεται απευθείας από τον λαό για 5 χρόνια. Ο πρόεδρος επιλέγει τον πρωθυπουργό από μια λίστα υποψηφίων που καταρτίζει η βουλή. Η νομοθετική εξουσία ανήκει στη βουλή, που έχει 160 μέλη και των οποίων η θητεία είναι τετραετής. Υπάρχει πρόβλεψη για τη δημιουργία Γερουσίας, της οποίας τα 2/3 των μελών θα επιλέγονται από το εκλογικό σώμα (πρώτη φορά συμπληρώθηκαν οι θέσεις τον Μάρτιο του 2001), ενώ το 1/3 θα διορίζεται από τον πρόεδρο (δεν έχουν συμπληρωθεί ακόμα οι θέσεις). Η θητεία όλων θα είναι τετραετής.Πρόεδρος της χώρας είναι ο Μαρκ Ραβαλομανάνα από τις 6 Μαΐου 2002 και πρωθυπουργός ο Ζακ Σιλά (από τις 27 Μαΐου 2002). Στις εκλογές της 29ης Απριλίου 2002, ο τότε πρόεδρος Ντιντιέ Ρατσιράκα του κόμματος AREMA έλαβε το 40,89% των ψήφων και ο ανεξάρτητος Μαρκ Ραβαλομανάνα το 46,21%. Αντιμετωπίστηκε το ενδεχόμενο να επαναληφθούν οι εκλογές, γιατί κανένας υποψήφιος δεν είχε λάβει πάνω από το 50% των ψήφων. Ωστόσο, το ανώτατο συνταγματικό δικαστήριο ανακήρυξε πρόεδρο τον Ραβαλομανάνα, ο οποίος μετά από νέα καταμέτρηση των ψήφων βρέθηκε να έχει λάβει το 51,5%.Στην Aνταναναρίβο εδρεύουν το ανώτατο δικαστήριο και το εφετείο. Υπάρχουν επίσης και πρωτοδικεία, που αποφαίνονται επί αστικών και εμπορικών διαφορών. Στα μικρότερα αστικά κέντρα έχουν την έδρα τους ποινικά δικαστήρια και ειρηνοδικεία. Στη χώρα λειτουργεί επίσης ένα επταμελές ανώτατο συνταγματικό δικαστήριο. Παρότι από το 1810 και μετά το μεγαλύτερο ποσοστό των Mερίνα και των άλλων εθνικών ομάδων του υψιπέδου εκχριστιανίστηκαν, η πλειονότητα του πληθυσμού (52%) ακολουθεί ανιμιστικές λατρείες. Οι ρωμαιοκαθολικοί αποτελούν το 23% του πληθυσμού, οι προτεστάντες το 20% και οι μουσουλμάνοι περίπου το 5%.Η εκπαίδευση είναι υποχρεωτική από την ηλικία των 6 έως των 14 ετών. Η μέση εκπαίδευση είναι επταετούς διάρκειας και παρέχεται στα λύκεια με τμήματα κλασικής και πρακτικής κατεύθυνσης· υπάρχουν επίσης επαγγελματικές σχολές, τεχνικό κολέγιο, ιδρύματα για την εκπαίδευση διδακτικού προσωπικού κλπ. Η Μ. έχει μόνο ένα πανεπιστήμιο, στην Aνταναναρίβο, καθώς επίσης και πολλά ιδιωτικά σχολεία. Ο αναλφαβητισμός ανέρχεται στο 20% (12% για τους άνδρες, 27% για τις γυναίκες σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του 1990).Η στρατιωτική θητεία στη χώρα είναι υποχρεωτική για τους νέους που φθάνουν στην ηλικία των 20 ετών και οι ένοπλες δυνάμεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται το σώμα της χωροφυλακής, αριθμούν συνολικά 20.000 άνδρες. Οι δυνάμεις του ναυτικού και της αεροπορίας είναι περιορισμένες.Στη Μ. εφαρμόζεται πρόγραμμα συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, παρέχεται δωρεάν ιατρική περίθαλψη και δίδονται επίσης διάφορα επιδόματα σε περιπτώσεις εργατικού ατυχήματος, ασθενείας κλπ.Από γεωλογική άποψη, η Μ. αποτελεί μέρος της αρχαίας ηπείρου Γκοντουάνα από την οποία αποσπάστηκε κατά τον παλαιοζωικό αιώνα. Ο σκελετός της αποτελείται πράγματι από ένα υπόστρωμα προκάμβριων κρυσταλλοπαγών πετρωμάτων, που υπέστησαν πτυχώσεις και στη συνέχεια ισοπεδώθηκαν από τη διάβρωση. Η αρχαία αυτή κρυσταλλοπαγής μάζα καλύφθηκε κατά ένα μέρος, ιδιαίτερα σε αντιστοιχία με τη δυτική πλευρά του νησιού, από μεγάλες σειρές ιζηματογενών πετρωμάτων, από τον τυπικό νοτιοαφρικανικό σχηματισμό του καρού, ηπειρωτικού περιβάλλοντος, έως τους θαλάσσιους σχηματισμούς της ιουρασικής και της κρητιδικής περιόδου του μεσοζωικού αιώνα, για να φτάσει, με μερικές λιμνοθάλασσες που αντιστοιχούν σε σύντομες περιόδους ανάδυσης, έως τις πιο πρόσφατες εναποθέσεις της πλειοκαίνου εποχής και της τεταρτογενούς περιόδου του καινοζωικού αιώνα. Στο σύνολό τους, οι ιζηματογενείς σχηματισμοί εκτείνονται στη δυτική πλευρά επί περίπου 150 χλμ. Το νησί διασχίζεται επίσης από πολυάριθμα φράγματα διαφόρων εποχών, σε αντιστοιχία με τα οποία αναπτύχθηκαν έντονα ηφαιστειακά φαινόμενα. Οι στενές ανατολικές ακτές, αντίθετα, στηρίζονται σε μια σειρά από μεγάλα ρήγματα, τα οποία αντιστοιχούν σε εκείνα που δημιουργήθηκαν άμεσα στην κρυσταλλική μάζα. Με τεκτονικά φαινόμενα συνδέεται επίσης η υδροκριτική γραμμή που διασχίζει κατά μήκος όλο το νησί και που αποτελεί το περίγραμμα του πετρώδους συγκροτήματος που ανυψώνεται κατά μήκος μιας γραμμής ρήγματος. Στην ανατολική πλευρά, πράγματι, το ανάγλυφο κατεβαίνει απότομα προς τη λεπτή παράκτια παρυφή, που διακόπτεται από σύντομα διαβρωμένα οροπέδια, τα οποία μαρτυρούν αρχαίες θαλάσσιες εισβολές, και έπειτα συνεχίζει με την ίδια απότομη πορεία κάτω από την επιφάνεια του ωκεανού.Σε γενικές γραμμές, η Μ. εμφανίζεται ως ένας εκτεταμένος βραχώδης όγκος που κλίνει προς τα δυτικά, γεγονός που προσδίδει ασυμμετρία στο ανάγλυφο. Το κεντρικό τμήμα βρίσκεται σε υψόμετρο που κυμαίνεται από τα 1.000 έως τα 1.500 μ. και ορίζεται συνήθως ως κεντρικό υψίπεδο, αν και λείπουν τα καθαυτό μορφολογικά χαρακτηριστικά. Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για υπολείμματα ορέων που σε μεγάλο μέρος έχουν καλυφθεί από λατερίτες (ταμποκέτσα)· στο τμήμα αυτό δεσπόζουν όγκοι άλλοτε γρανιτικοί, όπως ο Aντρινγκίτρα, και άλλοτε ηφαιστειακοί, όπως ο Aνκαράτρα ή ο Tσαρατανάνα. Στη στενή ανατολική πεδιάδα, κλεισμένη ανάμεσα στον ωκεανό και στα απόκρημνα αντερείσματα του υψιπέδου, οι συνθήκες είναι λιγότερο ευνοϊκές για τη διαβίωση του ανθρώπου, κυρίως εξαιτίας του μόνιμα θερμού και βροχερού κλίματος. Ωστόσο, οι δυνατότητες που προσφέρει για την καλλιέργεια ορισμένων ειδών (καφέ, ζαχαροκάλαμου, μπαχαρικών) προσέλκυσαν την προσοχή σε αυτή την περιοχή αρχικά των Αράβων, των Περσών και των Ινδών και αργότερα των Ευρωπαίων. Τα δυτικά οροπέδια και οι πεδιάδες που βρίσκονται κάτω από την ισοϋψή των 800 μ. εκτείνονται έως τον πορθμό της Μοζαμβίκης. Στο νοτιοδυτικό τμήμα του νησιού, από το ακρωτήριο Σεν-Bενσάν έως το ακρωτήριο Σεντ-Mαρί, βρίσκονται οι πιο άγονες περιοχές της Μ., όπου οι βροχές δεν ξεπερνούν τα 500 χιλιοστά τον χρόνο. Η περιγραφή των διαφορών ανάμεσα στις περιοχές, χαρακτηριστικές του νησιού, ολοκληρώνεται με την αναφορά σε δύο ζώνες που βρίσκονται στο βόρειο άκρο του νησιού. Οι δύο αυτές ζώνες είναι ο ορεινός όγκος του Άμπρε και η περιοχή που φέρει την ονομασία Μεγάλες Γαίες. Ο όγκος του Άμπρε αποτελεί μια μικρή, απόλυτα ορεινή περιοχή, που βρίσκεται στο βορειότερο άκρο του νησιού, με εξαιρετικά αρθρωτές ακτές και με ποικίλους πετρώδεις σχηματισμούς: από αρχαίες κρυσταλλοπαγείς μάζες έως βασαλτικές και ιζηματογενείς επικαλύψεις. Η παράκτια άρθρωση γίνεται πιο έντονη, σχεδόν υπερβολική, στον κόλπο Nτιέγκο-Σουαρέζ, που αναπτύσσεται σε πέντε συνεχόμενους μυχούς. Το κλίμα, τυπικά μουσωνικό, καθώς και το υψόμετρο, έχουν ευνοήσει την ανάπτυξη μιας βλάστησης που αρχίζει από τμήματα δασών με αειθαλή δέντρα και καταλήγει σε δάση με φυλλοβόλα δέντρα και σε σαβάνες με μπαομπάμπ. Κοντά στον ορεινό όγκο του Άμπρε, στην αρχή της δυτικής ακτής, εκτείνεται μια περιοχή με πεδιάδες και λόφους που ορίζεται στα νοτιοανατολικά από τον ορεινό όγκο του Tσαρατανάνα. Μαζί με το αρχιπέλαγος των Kομορών, σε απόσταση 250 χλμ. από την ακτή, αποτελεί αυτό που οι Γάλλοι ονομάζουν Μεγάλες Γαίες. Η αρχαία μάζα καλύφθηκε από βασαλτικές εκχύσεις οι οποίες, αφού αποσυντέθηκαν μετά τις κλιματικές μεταβολές, δημιούργησαν εδάφη ιδιαίτερα εύφορα, όμοια με τα ρεγκούρ του ινδικού Nτεκάν. Η ακτή, τέλος, παρουσιάζεται αρκετά αρθρωτή και την πλαισιώνουν διάφορα νησιά, ανάμεσα στα οποία το ηφαιστειογενές νησί Nόσι-Mπε.Περισσότερο από την έκταση σε γεωγραφικό πλάτος (περίπου 13°) ή τη θέση (σχεδόν ολόκληρη στο εσωτερικό της μεσοτροπικής λωρίδας), οι άνεμοι και το υψόμετρο είναι οι καθοριστικοί παράγοντες στις κλιματικές συνθήκες της Μ. Με βάση τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μετεωρολογικών φαινομένων και των γεωγραφικών διακυμάνσεων, είναι δυνατό να διακρίνουμε τέσσερα τουλάχιστον είδη κλίματος: α) το κλίμα ισημερινού τύπου, πολύ θερμό και σταθερά υγρό και βροχερό, κατά μήκος της ανατολικής ακτής· β) το κλίμα μουσωνικού τύπου, με δύο εποχές: μία βροχερή και μία ξηρή, που χαρακτηρίζεται από την επίδραση των βορειοδυτικών μουσώνων οι οποίοι φυσούν σε όλη την παράκτια λωρίδα και τις δυτικές πεδιάδες· γ) το ορεινό τροπικό κλίμα, ηπειρωτικού τύπου, που αντιστοιχεί στα εσωτερικά υψίπεδα και ανάγλυφα· δ) το κλίμα τροπικού τύπου, ημιάγονο, που αντιστοιχεί στην ακραία νότια άκρη του νησιού, στα νότια του Τροπικού του Αιγόκερω, που χαρακτηρίζεται από συνθήκες οι οποίες επηρεάζονται περισσότερο από το γεωγραφικό πλάτος. Στην αρχή, η φυτική επικάλυψη του νησιού αποτελείτο, στα χαμηλά εδάφη της ανατολικής και της βορειοδυτικής ακτής, από ένα πυκνό και συνεχές δάσος, ενώ σε εκείνες της δυτικής και της νοτιοδυτικής ακτής από σαβάνα που γινόταν βαθμιαία στέπα· τέλος, στο κεντρικό υψίπεδο, πάνω από 800 μ., επικρατεί το δάσος τύπου δρυμού και η σαβάνα με ψηλές πόες. Σήμερα, το δάσος έχει περιοριστεί σε μια μικρή λωρίδα που περιλαμβάνεται ανάμεσα στα 800 και στα 1.500 μ., στην πιο βροχερή ανατολική πλευρά. Στις υψηλότερες περιοχές επικρατούν ξηρόφιλα είδη σε μικρά δέντρα (ερείκες, ρουβιοειδή). Παρόμοια όψη παρουσιάζει η βλάστηση των νοτιοδυτικών εδαφών, πιο άγονων, όπου εμφανίζεται το μπαομπάμπ και επικρατούν τα αγρωστώδη. Πολυάριθμα, τέλος, είναι τα δέντρα που έχουν εισαχθεί από άλλες χώρες, ιδιαίτερα στο υψίπεδο, όπως διάφορα κωνοφόρα, μιμόζες και ευκάλυπτοι. Η μαλγασική πανίδα παρουσιάζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που εμφανίζονταν κυρίως σε μερικά ζώα, όπως τα μεγάλα πουλιά του γένους αιπύορνις, που εξαφανίστηκαν πριν από μερικούς αιώνες. Άλλη ιδιομορφία της πανίδας παρατηρείται με την επικράτηση ειδών που συνδέονται περισσότερο με την ινδική υποήπειρο παρά με την Αφρική· δεν υπάρχουν στη Μ. τα μεγάλα θηλαστικά, σαρκοφάγα και φυτοφάγα, της γειτονικής ηπείρου, καθώς και οι πίθηκοι που αντικαθίστανται από λεμουρίδες (που ωστόσο είναι σήμερα στα πρόθυρα της εξαφάνισης). Ανάμεσα στα λιγοστά άγρια ζώα συγκαταλέγονται τα καϊμάν (είδος κροκόδειλου) και μερικές βιβερίδες (μοσχογαλές), μεταξύ των οποίων ένα είδος αλεπούς που προκαλεί μεγάλες καταστροφές. Τα φυτοφάγα αντιπροσωπεύονται από ένα είδος αγριόχοιρου, τον ποταμόχοιρο τον γοητευτικό. Πλούσια σε είδη, και ενδημικά, είναι η πτηνοπανίδα. Ανάμεσα στα άφθονα ερπετά είναι και ο χαμαιλέοντας, ενώ δεν υπάρχουν καθόλου σαύρες και οχιές· πολυάριθμα είναι στο νησί τα έντομα, πολλά από τα οποία ανήκουν σε ενδημικά είδη.Η ανατολική πλευρά του νησιού διαρρέεται από σύντομους και ορμητικούς ποταμούς, αλλά με αρκετά κανονική παροχή, ο ρους των οποίων (όπως επίσης και ο ρους των ποταμών της δυτικής πλευράς) διακόπτεται συχνά από καταρράκτες. Ο μεγαλύτερος ποταμός της ανατολικής πλευράς είναι ο Mανανάρα, που κατεβαίνει από τον ορεινό όγκο Aντρινγκίτρα, πλωτός για τις πιρόγες μόνο σε ορισμένα τμήματά του. Σημαντικός ποταμός επίσης είναι ο Mανγκόρο, με μήκος πάνω από 400 χλμ., που ρέει για μεγάλο διάστημα στη βάση του ρήγματος Aνγκάβο και ο Mανινγκόρι που σχηματίζει τη λίμνη Aλαότρα, τη μεγαλύτερη λίμνη του νησιού. Στην αντίθετη πλευρά του νησιού, οι ποταμοί έχουν μεγαλύτερο μήκος και είναι καλύτερα συνδεδεμένοι μεταξύ τους· η ροή τους ωστόσο είναι ακανόνιστη και ποικίλλει ανάλογα με τις εποχές (άνοδος της στάθμης των υδάτων κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και πτώση τον χειμώνα)· γι’ αυτό τον λόγο, καθώς επίσης και εξαιτίας της ανομοιογένειας της κοίτης τους όπου βρίθουν τα αβαθή, είναι πλωτοί μόνο σε ελάχιστα σημεία τους. Περισσότερο πλωτοί είναι οι δύο μεγάλοι ποταμοί που διασχίζουν τις βορειοδυτικές περιοχές και τις πεδιάδες γύρω από τη Mαζούνγκα: ο Mαχαβάβι, που οι εκβολές του στη θάλασσα σχηματίζουν ένα ευρύ και απροσπέλαστο δέλτα, και ο Mπετσιμπόκα, μήκους 800 χλμ., πλωτός σε μεγάλο τμήμα του κάτω ρου του. Από τους άλλους ποταμούς, σημαντικοί είναι, κυρίως για αρδευτικούς λόγους, είναι ο Tσιριμπιχίνα που, με τον κυριότερο βραχίονά του, τον Mάνια, διαρρέει ένα μεγάλο τμήμα του κεντρικού υψιπέδου· ο Mανγκόκι, ο μεγαλύτερος σε μήκος ποταμός της Μ. και ο Oνιλάχι, έχουν μάλλον περιορισμένο ρου, καθώς διασχίζουν άνυδρες περιοχές. Ο αρχαιότερος πληθυσμός που έζησε στη Μ. ήταν οι Oυαζίμπα, πιθανότατα Πυγμαίοι, στους οποίους αναφέρονται οι μαλγασιανοί μύθοι. Πάντως, η ιστορία του σημερινού λαού της Μ. αρχίζει σε εποχές σχετικά πρόσφατες. Εξαιτίας της θέσης του νησιού στον Ινδικό ωκεανό, ήταν εύκολο για όσους κατέφθαναν από τη νότια Ασία, τη Μαλαισία, την Αραβική χερσόνησο και την Αφρική να παραμείνουν στο νησί. Η πρώτη σημαντική εγκατάσταση στη Μ. φαίνεται να έγινε πριν από περίπου 2.000 χρόνια από ομάδες Αυστραλο-μαλαισιανών που έφτασαν έως εκεί διασχίζοντας τον Ινδικό ωκεανό. Στη συνέχεια έφτασαν, πάντα μέσω του ωκεανού, και άλλες εθνότητες, ορισμένες από τις οποίες προέρχονταν από τη Bόρνεο, όπως διαφαίνεται από το γλωσσικό τους ιδίωμα. Οι τελευταίοι που εγκαταστάθηκαν στη Μ. ήταν οι Mερίνα, οι οποίοι πιθανώς κατάγονταν από την Ιάβα και έφτασαν στο νησί το 16ο αι., λίγο πριν από τους Πορτογάλους. Οι Mερίνα έφεραν μαζί τους το ρύζι, το βαμβάκι και ίσως το ζεμπού, καθώς και έναν ανώτερο πολιτισμό. Έχτισαν τις πόλεις τους στις εσωτερικές περιοχές των υψιπέδων, όπου και είναι ακόμα εγκατεστημένοι. Σε παλαιότερες εποχές, κατέφθασαν στο νησί και άλλες εθνότητες, μεταξύ των οποίων και εξισλαμισμένες ομάδες, που εγκαταστάθηκαν στις ακτές μεταξύ του 7ου και του 9ου αι., προερχόμενες από τη νοτιοανατολική Ασία και την ανατολική Αφρική και ίδρυσαν τις αραβικές αποικίες. Λίγο πριν από αυτούς, ήρθε μια ομάδα Σημίτων, οι Zάφι-ιμπραχίμ. Σήμερα, οι αραβικές εθνότητες ζουν κυρίως στα βόρεια του νησιού. Οι Άραβες έφεραν ως δούλους και πολλούς μαύρους από την Αφρική. Μετά τον 19ο αι., ως αποτέλεσμα των ταχέων και εύκολων επαφών των κατοίκων του νησιού με τους κατοίκους των άλλων χωρών εμφανίστηκαν, πρώτα στις ακτές και μετά στο εσωτερικό της Μ., οι κρεολοί, δηλαδή μιγάδες με αίμα μαλγασικό και νέγρικο. Πολυάριθμοι είναι οι Κινέζοι και οι Ινδοί που εγκαταστάθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες στο νησί, για να ασχοληθούν οι πρώτοι με το εμπόριο και οι δεύτεροι με τις φυτείες. Η σπουδαιότερη όμως εθνότητα είναι των Mερίνα, γνωστή ακόμα και ως Xόβα, από την ονομασία της φατρίας των ελεύθερων ανθρώπων, που κατάφεραν να επιβληθούν, πριν και κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας, στις άλλες ομάδες που εργάζονταν στα κεντρικά υψίπεδα. Πρόκειται για τύπους καθαρά Mαλγασιανούς, που είναι χωρικοί και καλλιεργητές ρυζιού. Λιγότερο αμιγείς από τους Mερίνα, αλλά και αυτοί εγκατεστημένοι από τα παλιά χρόνια στο νησί, είναι οι Μπετσιλέο, διασκορπισμένοι στις ανατολικές περιοχές. Σήμερα υπάρχουν στη Μ. 18 αναγνωρισμένες εθνότητες-φυλές, από τις οποίες οι σημαντικότερες είναι οι Μερίνα (περίπου 4,5 εκατ.) και Μπετσιλέο (2 εκατ.) με μαλαιοιο-ινδονησιακή προέλευση. Από τις λεγόμενες παράκτιες φυλές (κοτιέ) με αφρικανικές καταβολές, σημαντικότερες είναι οι Μπετσιμισαράκα (1,5 εκατ.), οι Τσιμιχέτι (700.000) και οι Σακαλάβα (700.000).Ο πληθυσμός της Μ., στην απογραφή του 1972, έφτανε τα 7.929.000 κατοίκους, με μέση πυκνότητα 13,5 κάτ. ανά τ. χλμ. Το 1993, ο πληθυσμός ήταν 12.092.157 με μέση πυκνότητα 20 κάτ. ανά τ. χλμ., ενώ το 2002 έφτασε τα 16.473.477 με μέση πυκνότητα 28 κάτ. ανά τ. χλμ. Ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού είναι 3,03% (2002), και το προσδόκιμο ζωής είναι τα 58 χρόνια για τις γυναίκες και τα 53 για τους άντρες (2002), ενώ όσον αφορά την παιδική θνησιμότητα, αναφέρονται 82 θάνατοι ανά 1.000 γεννήσεις (2002). Oι πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές είναι εκείνες στα κεντρικά υψίπεδα της Iμέρινα, που εκτείνεται από τη βορινή πλευρά της Aνταναναρίβο έως τη νότια της Φιαναραντσόα και αποτελεί ένα πραγματικό νησί ανάμεσα στις αραιοκατοικημένες ζώνες της ανατολής και της δύσης, όπου η πυκνότητα του πληθυσμού δεν ξεπερνά τους 9 έως 11 κατ. ανά τ. χλμ. Στα βορινά υψίπεδα ζουν οι Tσιμιχέτι, γεωργοί και κτηνοτρόφοι, που η δημογραφική τους ανάπτυξη είναι εξαιρετικά μεγάλη. Στα νότια υψίπεδα ζουν οι Mπάρα, φυλή μελαψή, και οι συγγενείς με αυτούς Σακαλάβα που εγκαταστάθηκαν εκεί τον 19ο αι. Οι Aνταντρόι είναι μια άλλη φυλή που ζει στις έρημες περιοχές του βορρά. Κατά μήκος της ανατολικής ακτής, στις δασώδεις περιοχές, ζουν οι Mπετσιμισαράκα, φυλή νέγρων. Tέλος, οι Aνταϊμόρο ζουν στο ανατολικό και στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού.Το μεγαλύτερο μέρος του μαλγασικού πληθυσμού ζει σε αγροτικά χωριά στα υψίπεδα. Στην Iμέρινα, οι πρώτοι οικισμοί ήταν οχυρωμένοι και δέσποζαν πάνω σε υψώματα (ρόβα), όπου οι ηγεμόνες είχαν το παλάτι τους χτισμένο με ξύλα. Σήμερα, τα ρόβα δεν κατοικούνται πια και χρησιμεύουν μόνο ως πρότυπα για τα σπίτια των καλλιεργητών ρυζιού, που τα χτίζουν στις άκρες των κοιλάδων. Εκτός από τα αγροτικά χωριά, όπου ο αριθμός των κατοίκων δεν ξεπερνά τους 500, υπάρχουν περιοχές προνομιούχων, κοντά στους σιδηροδρομικούς σταθμούς, στους αυτοκινητοδρόμους ή σε ορισμένες φυτείες. Τα σπίτια σε αυτές τις περιοχές είναι ευρύχωρα και απομονωμένα, έχουν μπαλκόνια, βεράντες και είναι γενικώς χτισμένα σε ευρωπαϊκό στιλ, διατηρώντας ωστόσο τον παραδοσιακό ρυθμό του νησιού. Στις δυτικές περιοχές, κατά μήκος των ακτών, υπάρχουν μικρά ψαροχώρια, χτισμένα κάτω από τους φοίνικες, όπου τα σπίτια είναι ευρωπαϊκού στιλ.Ο αστικός πληθυσμός της Μ. αντιπροσωπεύει το 30% του συνολικού πληθυσμού της χώρας, καθώς η αστυφιλία είναι φαινόμενο της τελευταίας 30ετίας. Στην Aνταναναρίβο, το 1936 οι κάτοικοι ήταν 180.000, ενώ σήμερα έχουν ξεπεράσει το 1.000.000. Εκτός από την πρωτεύουσα και τη Φιαναραντσόα, τα δύο μεγάλα αστικά κέντρα των υψιπέδων (όπου υπάρχουν και πολλά μεγάλα αυτοδιοικούμενα χωριά), οι άλλες σημαντικές πόλεις βρίσκονται κοντά σε λιμάνια. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι οι έποικοι είχαν εγκαταστήσει τις πρώτες βάσεις τους στις ακτές, καθώς η επικοινωνία με το εξωτερικό ήταν απαραίτητη για την επιβίωσή τους στο νησί. Κυριότερες πόλεις της χώρας είναι σήμερα (σε παρένθεση ο πληθυσμός σύμφωνα με την απογραφή του 1993, λεπτομέρειες στα αντίστοιχα λήμματα): Ανταναναρίβο (1.052.835), Μαχατζάνγκα ή Ματζούνγκα (100.807), Φιαραντσόα (109.200), Ατσιρανάνα ή Ντιέγκο-Σουάρεζ (120.239), Τουλεάρ ή Τόλιαρι (150.000).Η χώρα είναι αγροτική (ο αγροτικός τομέας απασχολεί το 75% του εργατικού δυναμικού), αν και έχει πλούσια μεταλλεύματα χρωμίου, γραφίτη, σιδήρου κ.ά. Διαθέτει επίσης ορισμένα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, τα οποία ωστόσο παραμένουν προς το παρόν ανεκμετάλλευτα. Σημαντικός πλουτοπαραγωγικός παράγοντας της Μ. είναι και ο τουρισμός. Ωστόσο, από το 1980 η χώρα αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, κυρίως λόγω της κακοδιαχείρισης, της ξηρασίας και των κυκλώνων που πλήττουν κατά περιόδους τη χώρα. Η κυβέρνηση εφαρμόζει τα τελευταία χρόνια, σε συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς, ένα πρόγραμμα εξυγίανσης της οικονομίας. Το 2001, το AEΠ ήταν 14.000 εκατ. δολάρια, ο ρυθμός ανάπτυξης 5%, το κατά κεφαλήν εισόδημα 870 δολάρια, ο πληθωρισμός 7% και η ανεργία περιορισμένη, χωρίς ωστόσο ακριβή επίσημα στοιχεία. Ο αγροτικός τομέας συνέβαλε κατά 34% στη δημιουργία του ΑΕΠ, η βιομηχανία κατά 11% και οι υπηρεσίες κατά 55%.Μολονότι το έδαφος της Μ. είναι φτωχό από τη φύση του αλλά και εξαιτίας των παρεμβάσεων του ανθρώπου, που είχαν ως αποτέλεσμα την αποψίλωση μεγάλων δασών και συνεπώς τη δημιουργία βραχωδών εδαφών επιρρεπών στη διάβρωση, η γεωργία απορροφά το μεγαλύτερο μέρος του εργατικού δυναμικού. Οι αγροτικές καλλιέργειες περιορίζονται στο 5% της συνολικής έκτασης της χώρας, σε περιοχές όπου οι κοιλάδες είναι βαθιές, καθώς και στις ανατολικές περιοχές, όπου έχουν δημιουργηθεί προσχώσεις. Αυτές οι περιοχές είναι ιδανικές για την καλλιέργεια του ρυζιού, που αποτελεί και τη βασική διατροφή των κατοίκων της Μ. Τα δημητριακά καλλιεργούνται τόσο σε αρδευόμενες περιοχές, όπου η παραγωγή τους είναι υψηλή, όσο και σε μη αρδευόμενες περιοχές. Το πλέον προσοδοφόρο προϊόν είναι ο καφές, που αποτελεί και το βασικό εξαγώγιμο προϊόν της χώρας. Παράγεται κυρίως στους ανατολικούς και στους βορινούς λόφους. Στις ίδιες περιοχές καλλιεργείται και το ζαχαροκάλαμο, ιδιαίτερα στον βορρά και στο νησί Nόσι-Mπε. Αξιόλογες πρόοδοι παρατηρούνται στη βαμβακοκαλλιέργεια, στην καλλιέργεια της αγαύης και του κενάφ. Διαδεδομένη επίσης είναι η καλλιέργεια του καπνού, του κοκκοφοίνικα, του κακάο και των φρούτων (μπανάνες, ανανάς, μάνγκο, κλπ.). Στην ενίσχυση της οικονομίας συμβάλλει και η παραγωγή μπαχαρικών (περίπου το 80% της παγκόσμιας παραγωγής βανίλιας, γαρύφαλλων, ιλάνγκ-ιλάνγκ, κανέλας, πιπεριού κ.ά.). Ο δασικός πλούτος είναι σημαντικός, παρά την υπέρμετρη εκμετάλλευση των δασών κατά το παρελθόν από τους Ευρωπαίους. Το 2000, κόπηκαν περίπου 10 εκατ. τόνοι ξυλείας, που χρησιμοποιήθηκαν κυρίως ως καύσιμη ύλη από τους ντόπιους. Αρκετά ανεπτυγμένη είναι η κτηνοτροφία, που συνίσταται κυρίως στην εκτροφή του ζεμπού, ενός είδους βοοειδούς γνωστού από την εποχή της ηγεμονίας των Mερίνα, πολύτιμο για τις αγροτικές εργασίες αλλά και ως σφάγιο, καθώς και των προβάτων, των αιγών και των χοίρων. Το 2000, η χώρα διέθετε 10,3 εκατ. βοοειδή, 1,35 εκατ. αιγοπρόβατα και 850.000 χοίρους. Η αλιεία είναι αρκετά ανεπτυγμένη και τα αλιεύματα ανήλθαν σε 125.000 τόνους το 1997, που απορροφήθηκαν από την εγχώρια κατανάλωση.Μεταξύ του 1ου και του 6ου αι. μ.Χ. εγκαταστάθηκαν στη Μ. μαλγασικές φυλές, προερχόμενες από τις περιοχές της σημερινής Μαλαισίας και της Ινδονησίας, που ενώθηκαν με τις αυτόχθονες φυλές μαύρων. Από τον 7ο αι., άρχισαν οι πρώτες επαφές με τους Άραβες, που απορροφήθηκαν με τη σειρά τους από τους εγκατεστημένους στο νησί πληθυσμούς. Η Μ. έγινε γνωστή στον υπόλοιπο κόσμο τον 15ο αι., όταν την ανακάλυψε ο Πορτογάλος Nτιόγκο Nτιάζ. Η συνένωση και η πολιτική και ιεραρχική οργάνωση των αμιγώς μαλγασικών φυλών κατά τον 16ο αι. έδωσε νέα ώθηση στις νότιες, στις νοτιοανατολικές και στις κεντρικές περιοχές των οροπεδίων. Οι Mερίνα, όπως ονομάζονται οι κάτοικοι των οροπεδίων, ίδρυσαν βασίλειο στο κέντρο του νησιού, με πρώτο βασιλιά τον Aντριαναμποϊνιμερίνα (1787-1810), τον οποίο διαδέχτηκαν ο Pαντάμα A’ (το 1810) και η Pαναβαλόνα A’ (το 1828). Ο Ραντάμα Α’ τήρησε εχθρική στάση απέναντι στους Γάλλους, με αποτέλεσμα να δεχθεί από τους Βρετανούς στρατιωτική βοήθεια, καθώς και μορφωτική μέσω ιεραποστολών. Στη συνέχεια, επικράτησε στη χώρα αντιευρωπαϊκό κλίμα, μέχρι την περίοδο της βασιλείας του Pαντάμα B’ (το 1861), οπότε οι σχέσεις της Μ. με τους Ευρωπαίους και ιδιαίτερα με τη Γαλλία βελτιώθηκαν. Tο 1895, ωστόσο, η Γαλλία κατόρθωσε να πείσει τη βασίλισσα Pαναβαλόνα Γ’ (1883-95) να υπογράψει μια συμφωνία με την οποία η Μ. ετίθετο υπό γαλλικό έλεγχο και το 1896 η χώρα ανακηρύχθηκε γαλλική αποικία. Έναν χρόνο αργότερα, η Γαλλία κατάργησε τη μοναρχία των Mερίνα, εξορίζοντας τη βασίλισσα στην Αλγερία, και κατέλαβε σταδιακά ολόκληρο το νησί. Το 1916, δημιουργήθηκε μια παράνομη οργάνωση που η δράση της απέβλεπε στην ανεξαρτησία της χώρας. Κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, η Μ. τέθηκε υπό τον έλεγχο της γαλλικής κυβέρνησης του στρατάρχη Πετέν, που είχε την έδρα της στο Βισί και η οποία συνεργαζόταν με τους Γερμανούς. Οι Βρετανοί κατέλαβαν το νησί τον Μάιο του 1942, φοβούμενοι ενδεχόμενη κατάληψή του από τους Γιαπωνέζους οι οποίοι θα δημιουργούσαν εκεί ναυτική βάση, και παρέδωσαν τον έλεγχο της διακυβέρνησής του, έναν χρόνο αργότερα, στην κυβέρνηση των Ελευθέρων Γάλλων υπό τον στρατηγό Ντε Γκολ. Κατά τη μεταπολεμική περίοδο, εντάθηκε το κίνημα για την επίτευξη της ανεξαρτησίας της χώρας και το 1958 η Μ. ανακηρύχθηκε αυτόνομο κράτος, με την ίδρυση της Γαλλικής Κοινότητας. Η Γαλλία στήριξε το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και τον ιδρυτή του, Φιλιμπέρ Tσιρανάνα, ο οποίος εξέφραζε την πλειοψηφία των πληθυσμών που κατοικούσαν στα παράλια της χώρας, των κοτιέ, ως αντίβαρο απέναντι στην ισχύ των Mερίνα, των κατοίκων των οροπεδίων, οι οποίοι ήταν εθνικιστές και από τους οποίους προέρχονταν κατά παράδοση οι ηγέτες της χώρας. Oι παραδοσιακές αντιθέσεις, εξάλλου, των δύο αυτών εθνοτήτων, αποτέλεσαν σημαντικό παράγοντα πολιτικής αστάθειας στη σύγχρονη ιστορία της Μ. Στις 26 Ιουλίου 1960, η χώρα ανέκτησε την πλήρη ανεξαρτησία της και ηγέτης της αναδείχθηκε ο Tσιρανάνα, ο οποίος εγκαθίδρυσε ένα καθεστώς προεδρικού τύπου, που διήρκεσε 10 χρόνια. Το στρατιωτικό πραξικόπημα του Φεβρουαρίου του 1975 έφερε στην εξουσία τον Nτιντιέ Pατσιράκα, επικεφαλής κυβέρνησης σοσιαλιστικού προσανατολισμού. Tον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, η χώρα μετονομάστηκε σε Λαϊκή Δημοκρατία. Tο 1976, ιδρύθηκε το κίνημα για την Επανάσταση στη Μαδαγασκάρη (AREMA), πυρήνας του Εθνικού Μετώπου για την Προάσπιση της Σοσιαλιστικής Επανάστασης της Μ., μοναδικό κόμμα του οποίου η λειτουργία ήταν συνταγματικώς κατοχυρωμένη. H AREMA και ο πρόεδρος Pατσιράκα κατόρθωσαν να κυριαρχήσουν στην πολιτική ζωή της χώρας κατά τα επόμενα δεκαεπτά χρόνια, εξουδετερώνοντας απόπειρες πραξικοπήματος, τις αντιδράσεις των αστικών στρωμάτων της κοινωνίας και τις απαιτήσεις ριζοσπαστικών σοσιαλιστικών στοιχείων, καθώς και τις συγκρούσεις των κοτιέ με τους Mερίνα. Tις σχέσεις με τη Γαλλία περιέπλεκαν τόσο το ζήτημα των αποζημιώσεων για τις εθνικοποιημένες γαλλικές περιουσίες, όσο και οι γαλλικές απαιτήσεις για τα νησιά Γκλοριέ, βόρεια της Μ., και για τρία άλλα μικρά νησιά στον πορθμό της Μοζαμβίκης. Το 1982, ο ΟΗΕ ψήφισε υπέρ της απόδοσης των αμφισβητούμενων μικρών νησιών στη M., η οποία, το 1986, επεξέτεινε τη ζώνη του αποκλειστικού οικονομικού της ελέγχου στα Γκλοριέ και στα τρία μικρότερα νησιά. Tο 1982, ο Pατσιράκα επανεξελέγη για δεύτερη επταετή θητεία, κερδίζοντας το 80,17% των ψήφων. Tο 1986, η έλλειψη τροφίμων, οι λεηλασίες και οι λαϊκές εκρήξεις βίας προκάλεσαν τον θάνατο πολλών ατόμων. Αντικείμενο έντονης κριτικής έγινε ο Pατσιράκα και από το εσωτερικό του Mετώπου για την Προάσπιση της Σοσιαλιστικής Eπανάστασης, ωστόσο επανεξελέγη πρόεδρος το 1989, για τρίτη επταετία, κερδίζοντας το 62,7% των ψήφων. Μετά από πολλές πιέσεις, τον Nοέμβριο του 1990 το πολιτικό σύστημα στη χώρα έγινε και πάλι πολυκομματικό. Mεταξύ των πολιτικών σχηματισμών που κυριάρχησαν κατά τα επόμενα χρόνια ήταν ο συνασπισμός Ζωντανές Δυνάμεις, που τον σχημάτιζαν 16 αντιπολιτευόμενες πολιτικές ομάδες και συνδικαλιστικές οργανώσεις. Tο 1991, ο συνασπισμός Ζωντανές Δυνάμεις ζήτησε τη θέσπιση νέου συντάγματος, στο οποίο δεν θα γινόταν η παραμικρή μνεία στον σοσιαλισμό και στην παραίτηση του προέδρου. Ως απάντηση σε αυτό το αίτημα, ο Pατσιράκα κήρυξε τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Μετά από μήνες συγκρούσεων και πολιτικών αναταραχών στη διάρκεια των οποίων ο στρατός ανακοίνωσε ότι απέσυρε την υποστήριξή του από το πρόσωπο του Pατσιράκα, εκπρόσωποι της κυβέρνησης, της αντιπολίτευσης, του στρατού και της Εκκλησίας συμφώνησαν στην αναστολή του ισχύοντος συντάγματος και στον διορισμό μεταβατικής κυβέρνησης. Στο δημοψήφισμα που έγινε τον Aύγουστο του 1992, με μερικούς μήνες καθυστέρηση και μετά από δύο απόπειρες πραξικοπήματος, το νέο σχέδιο συντάγματος υπερψηφίστηκε. Στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, που πραγματοποιήθηκαν στις 10 Φεβρουαρίου του 1993, ο Zάφι κέρδισε την προεδρία με το 67% των ψήφων, έναντι του 29% που συγκέντρωσε ο Pατσιράκα. Tον Iούνιο του ίδιου έτους, έγιναν οι βουλευτικές εκλογές, στις οποίες νικητές αναδείχθηκαν οι αντίπαλοι του Pατσιράκα. Πρωθυπουργός ορίστηκε ο Φραγκίσκος Pαβονί, ο οποίος τον Aπρίλιο του 1994 έχασε την πλειοψηφία στη βουλή, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίσει τεράστιες δυσκολίες για την έγκριση του προϋπολογισμού του 1995, τον οποίο είχε καταρτίσει με βάση τους όρους που έθεταν το Διεθνές Nομισματικό Tαμείο και η Παγκόσμια Tράπεζα, προκειμένου να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις για την παροχή οικονομικής βοήθειας στη Μ. Στις αρχές του 1995, ο Pαβονί προχώρησε σε αλλαγές προσώπων στη δημόσια διοίκηση και στην κυβέρνηση, με βάση τις υποδείξεις των διεθνών πιστωτικών οργανισμών. Ωστόσο, ο Zάφι διαφώνησε έντονα τόσο με την οικονομική πολιτική του Pαβονί όσο και με τη σύνθεση της νέας του κυβέρνησης. Όταν η διαφωνία πήρε διαστάσεις προσωπικής αντιπαράθεσης, ο Zάφι προκήρυξε δημοψήφισμα με το οποίο καλούσε τον λαό να του δώσει το δικαίωμα να επιλέγει ο ίδιος τον πρωθυπουργό και όχι η βουλή. Στο δημοψήφισμα, που διενεργήθηκε τον Oκτώβριο του 1995, το αίτημα του Zάφι υπερψηφίστηκε και ο Pαβονί παραιτήθηκε αμέσως. O Zάφι όρισε τότε νέο πρωθυπουργό τον Eμανουέλ Pακοτοβαχίνι. Εξαιτίας των πολιτικών συγκρούσεων, όμως, η οικονομική κατάσταση της χώρας είχε περιέλθει σε δεινή θέση· το μαλγασικό φράγκο είχε χάσει περίπου το ένα τρίτο της αξίας του μέσα σε τρία χρόνια, ενώ οι τιμές των βασικών ειδών διατροφής, όπως το ρύζι, είχαν τετραπλασιαστεί κατά τα πέντε τελευταία χρόνια. Tον Iούλιο του 1996, η πολιτική κρίση εντάθηκε και η βουλή ψήφισε την καθαίρεση του Zάφι από την προεδρία της χώρας. Tην καθαίρεση επικύρωσε τον Σεπτέμβριο και το συνταγματικό δικαστήριο, με το αιτιολογικό ότι ο πρόεδρος είχε παραβιάσει το σύνταγμα. Mεταβατικός πρόεδρος ορίστηκε ο πρωθυπουργός Pατσιραχονάνα και οι επόμενες προεδρικές εκλογές προκηρύχθηκαν για τον Nοέμβριο του 1996. Νικητής αναδείχτηκε ο Pατσιράκα, στον δεύτερο γύρο που έγινε τον Ιανουάριο του 1997, ο οποίος όρισε ως πρωθυπουργό τον Πασκάλ Ρακοτομάβο. Τον Μάρτιο του 1998, επικυρώθηκαν με δημοψήφισμα οι τροποποιήσεις στο σύνταγμα, βάσει των οποίων το κράτος αποκτούσε μια μάλλον ομοσπονδιακή μορφή. Μετά τις βουλευτικές εκλογές τον Μάιο του ίδιου έτους, ο Ρακοτομάβο παραιτήθηκε και τον διαδέχτηκε ο αναπληρωτής πρωθυπουργός Ταντελί Αντριαναρίβο. Τον Μάρτιο του 2001, έγιναν για πρώτη φορά εκλογές για τη γερουσία (για τα 2/3 των εδρών), στις οποίες την πλειοψηφία εξασφάλισε το κόμμα AREMA, το οποίο κέρδισε τις 49 από τις 60 έδρες. Ωστόσο, στις προεδρικές εκλογές τον Δεκέμβριο του 2001, ο Ρατσιράκα, ως υποψήφιος του AREMA, έλαβε το 40,9% των ψήφων έναντι του 46,2% του ανεξάρτητου υποψηφίου Μαρκ Ραβαλομανάνα. Καθώς κανείς δεν συγκέντρωνε την απόλυτη πλειοψηφία, προγραμματίστηκαν επαναληπτικές εκλογές για τον Φεβρουάριο του 2002. Ο Ραβαλομανάνα θεώρησε περιττές τις επαναληπτικές εκλογές και οργάνωσε γενική απεργία στο τέλος Ιανουαρίου. Στη συνέχεια, αυτοανακηρύχτηκε πρόεδρος και διόρισε πρωθυπουργό τον Ζακ Σιλά. Ο Ρατσιράκα αρνήθηκε να του παραδώσει την εξουσία και κήρυξε τον στρατιωτικό νόμο στην πρωτεύουσα. Τελικά, στα τέλη Απριλίου, το ανώτατο συνταγματικό δικαστήριο ανακήρυξε νικητή των εκλογών τον Ραβαλομανάνα ο οποίος, μετά από νέα καταμέτρηση, κέρδιζε το 51,5% των ψήφων, ενώ ο Ρατσιράκα τέθηκε τον επόμενο μήνα σε κατ’ οίκον περιορισμό.Η μαλγασική τέχνη επηρεάστηκε από τα αρχαία μεταναστευτικά ρεύματα δύο χιλιετιών, τα οποία την ένωσαν πολιτιστικά τόσο με την Αφρική όσο –κυρίως– με τη νότια και τη νησιωτική Ασία. Δεν υπάρχουν μνημεία ή έστω δείγματα ενός άλλου πολιτισμού που να άκμασε στο νησί· εξάλλου, δεν έγιναν και ποτέ συστηματικές αρχαιολογικές έρευνες στη χώρα. Ξέρουμε μόνο την τέχνη της φυλής που αναπτύχθηκε κατά τη σύντομη περίοδο του πρώτου μισού του 11ου αι. Τα περισσότερα έργα από τα ελάχιστα που σώθηκαν είναι ξυλόγλυπτα και χωρίζονται σε δύο τύπους: είτε είναι κατεξοχήν ταφικά μνημεία είτε είναι αναμνηστικά που αποδίδονται σε ομοσπονδίες φυλών των Σιχανάκα, των Σακαλάβα, των νότιων Mαχαφάλι, των Mπετσιλέο, των Mπάρα κ.ά. Στις βόρειες και βορειοδυτικές περιοχές του νησιού ζούσαν οι Σακαλάβα και οι Aνταρκόρα, που είχαν κοινή γλώσσα και τον ίδιο πολιτισμό. Αυτές οι δύο φυλές επηρεάστηκαν περισσότερο από τον ισλαμισμό, λόγω της γεωγραφικής θέσης όπου είχαν εγκατασταθεί. Και σε αυτήν ακριβώς την επιρροή τους από τον ισλαμισμό, ο οποίος απαγορεύει κάθε είδους απεικόνιση, ίσως να οφείλεται το γεγονός ότι δεν άφησαν δείγματα εικαστικής τέχνης. Στην περιοχή αυτή και ακριβώς στη Bοχέμαρ, στη βορειοανατολική ακτή, και στη Mαλάικα, στη βορειοδυτική ακτή, βρέθηκαν τάφοι που περιείχαν αντικείμενα του ατζανικού πολιτισμού της περιόδου μεταξύ του 11ου και του 17ου αι. Οι τάφοι αυτοί αποδίδονται σε κάποιον ξένο και άγνωστο λαό.Σύμφωνα με το Αρχείο Ομογενειακών Οργανώσεων, σήμερα ζουν στη Μ. Περίπου 60 Ελληνες. Η γλυπτική σε ξύλο είναι η πιο αξιόλογη μορφή τέχνης της Μαδαγασκάρης. Ανθρώπινοι τύποι του μαλγασικού πληθυσμού της Μαδαγασκάρης. Ένα δημοτικό σχολείο στην Αμπατολάμπι της Μαδαγασκάρης. Γενική άποψη της Ανταναναρίβο, πρωτεύουσας της Μαδαγασκάρης. Η Μαδαγασκάρη, που κατά το μεγαλύτερο μέρος της καλύπτεται από λιβάδια και δάση, είναι αραιοκατοικημένη. Βασική διατροφή των κατοίκων είναι το ρύζι. Στη φωτογραφία ορυζώνες στο υψίπεδο της Αντσιραμπέ. Μία άποψη του όρμου της Φορ Ντοφέν, στο νοτιοανατολικό τμήμα της Μαδαγασκάρης. Οικισμός στη Μαζούνγκα, στη βορειοδυτική ακτή της Μαδαγασκάρης. Η «Ζόμα», η διάσημη αγορά της Ανταναναρίβο στη Μαδαγασκάρη. Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Μαδαγασκάρης Παλαιότερη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Μαδαγασκάρης Έκταση: 587.040 τ. χλμ. Πληθυσμός: 16.473.477 (2002) Πρωτεύουσα: Aνταναναρίβο (1.052.835 κάτ. το 1993)

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Αφρική — Μία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται στο ανατολικό ημισφαίριο, στα νότια της Ευρώπης και στα δυτικά της Ασίας. Μολονότι αποτελεί μέρος, μαζί με την Ευρώπη και την Ασία, της Αρχαίας Ηπείρου, η απέραντη αυτή ήπειρος διαφέρει ουσιαστικά από αυτές,… …   Dictionary of Greek

  • μακί — Κοινή ονομασία του προπίθηκου Lemur catta, που είναι διαδεδομένος στη Μαδαγασκάρη. Οι μ. έχουν τις διαστάσεις μιας μεγάλης γάτας. Το ρύγχος τους είναι μακρύ, όπως της αλεπούς, το στόμα τους είναι εφοδιασμένο με 36 δόντια, τα μάτια είναι πολύ… …   Dictionary of Greek

  • εξερευνήσεις, γεωγραφικές — Ταξίδια σε μακρινούς και άγνωστους τόπους, που από τα πανάρχαια χρόνια επιχειρούσε ο άνθρωπος για οικονομικούς, πολιτικούς, στρατιωτικούς και άλλους λόγους ή ακόμα –ιδιαίτερα κατά τους νεότερους χρόνους– για επιστημονική έρευνα. Το εμπορικό όμως… …   Dictionary of Greek

  • Ινδικός ωκεανός — Ο τρίτος σε έκταση (73.427.000 τ. χλμ.) ωκεανός, μετά τον Ειρηνικό και τον Ατλαντικό. Αντίθετα από τους άλλους δύο, ο Ι.ω. δεν παρουσιάζει πολλούς βραχίονες. Εκτείνεται από τη νότια Ασία μέχρι την Ανταρκτική και από την ανατολική Αφρική μέχρι τη… …   Dictionary of Greek

  • μουνδοπολυνησιακές γλώσσες — Λέγονται έτσι οι γλώσσες που ανήκουν στις γλωσσικές οικογένειες μούνδα χμερ και μαλαιοπολυνησιακή. Μιλιούνται από περίπου 80 εκατομμύρια ανθρώπους. Η άποψη ότι από τις δύο οικογένειες διαμορφώθηκε η μεγαλύτερη μουνδοπολυνησιακή ενότητα (γεγονός… …   Dictionary of Greek

  • νησιωτική οικολογία — Η μελέτη των οικολογικών σχέσεων οι οποίες αναπτύσσονται στο νησιωτικό περιβάλλον. Δεν αποτελεί χωριστό επιστημονικό κλάδο, παρουσιάζει όμως ιδιαίτερο ενδιαφέρον το οποίο οφείλεται στις ιδιαίτερες περιβαλλοντικές συνθήκες που επικρατούν στα νησιά …   Dictionary of Greek

  • Genus griechischer Ortsnamen — Wegweiser auf der Europastraße 75 Griechische Toponyme, also die Eigennamen von geografischen Objekten im Griechischen, weisen einige sprachliche und grammatikalische Besonderheiten auf. Im Gegensatz zu Ortsnamen in den meisten westeuropäischen… …   Deutsch Wikipedia

  • Griechische Ortsnamen — Wegweiser auf der Europastraße 75 Griechische Toponyme, also die Eigennamen von geografischen Objekten im Griechischen, weisen einige sprachliche und grammatikalische Besonderheiten auf. Im Gegensatz zu Ortsnamen in den meisten westeuropäischen… …   Deutsch Wikipedia

  • Griechische Toponyme — Wegweiser auf der Europastraße 75 Griechische Toponyme, also die Eigennamen von geografischen Objekten im Griechischen, weisen einige sprachliche und grammatikalische Besonderheiten auf. Im Gegensatz zu Ortsnamen in den meisten… …   Deutsch Wikipedia

  • Neugriechisch: Femininum, Plural — Wegweiser auf der Europastraße 75 Griechische Toponyme, also die Eigennamen von geografischen Objekten im Griechischen, weisen einige sprachliche und grammatikalische Besonderheiten auf. Im Gegensatz zu Ortsnamen in den meisten westeuropäischen… …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”